Σάββατο 17 Μαΐου 2008

Η συγγένεια

Η συγγένεια

1
Μόλις είχε χαθεί στ’ ουρανού τον ορίζοντα
τ’ ολόχρυσο του ήλιου αμάξι με τ’ άλογα τα γοργά,
κι ένα γύρω απλώνονταν φωτός χρώματα ιριδίζοντα,
χρυσόσκονη πασπαλίζοντας τη θάλασσα τη πλατιά!
Ω! κόσμου ομορφιά!

Κι όσο ένα-ένα ξεχύνονταν απ’ το ουράνιο λαγήνι
μύρια αστέρια, λαμπυρίζοντα,
πάνω στο κατώφλι της γης, μεγαλόπρεπη ξεπρόβαλε κείνη,
της νύχτας η κυρίαρχος μες τ’ άπειρο του ορίζοντα
και φίλη των μοναχικών, η Σελήνη,

που ξέρει πώς να τρυπώνει στην κλειστή αγκαλιά τους
και στης νύχτας τη σιγαλιά, τ’ αυτιά της στήνει
κι ακούει μ’ υπομονή τα προβλήματά τους.
Και θυμίζοντας τους στιγμές χαράς στα βήματά τους,
τους κάνει να ξεχνούν τη μοναξιά τους.
2
Κι όπως ξάνοιγε δρόμο χωρίς βιασύνη
και το στέμμα της το φωτεινό για μια στιγμή αφήνει,
πάνω στα γαλάζια βουνά,
ντύνοντας τα μεγαλόπρεπη φορεσιά,
σπαρτάρισε το είναι μου, μ’ ηδυπάθειας ανατριχίλα!

Μπροστά στη τόση κοσμικής ομορφιάς πλημμύρα
σ’ αυτού του δειλινού τη χαύνα σιωπή,
απελευθερώθηκαν οι σκέψεις του νου,
και μ’ ηδονής άλικη ταραχή,
στροβιλίζομαι σε κύκλους εξαγνισμού,
καλώντας τη Σελήνη, φίλη να με ζυγώσει κι εμένα καλή.
3
Ω! στο τρυφερό της αγκάλιασμα πώς ηρέμησε η ψυχή
κι ανοίχτηκα σε κουβέντα μαζί της, για ώρα πολλή!
Και σαν μου ’πε πως του Ήλιου είναι η μονάκριβη αδελφή
κι ο Ήλιος ο μοναδικός αδελφός της,
μες από χρώματα κι ουράνια περάσματα,
όπου ιερογλυφικά ξεσκεπάζονταν κι εικονογράμματα,

λες και μ’ άνοιξε δίαυλο γι’ άλλου κόσμου ζωή
και μου ’δωσε το κλειδί,
μια λεπτομέρεια να ενεργοποιηθεί αινιγματική
σ’ αρχέγονα μυστήρια να εντρυφήσω και μυστικά.
Κι ανακάλυψα κάτι σπουδαίο, με νόημα πολύ σημαντικό,
που συνδέει τη ζωή της γης μ’ εκείνη στον ουρανό.
Της συγγένειας τον ακατάλυτο ιερό δεσμό.
4
Ήλιος και Σελήνη, αρχοντο-γεννήματα τ’ ουρανού και τα δυο μαζί
όπου τάχθηκε το καθένα, μες στο στερέωμα το πλατύ,
δίχως έχθρα και φθόνο αναμεταξύ,
πώς μοιράζονται τα καθήκοντα με σύμπνοια πολύ αγαστή!
Και δεν κουράζονται του Φωτός να διαφεντεύουν τη πηγή,
φιλιωμένα στη μοιρασιά και τα δυο, απ’ των αιώνων την απαρχή!

Και τούτη η γνώση έγινε φως μου,
όπου γης άνθρωπε αυτού του κόσμου.
Μη κι εγώ σε τούτη τη γη, δεν είμαι η αδελφή σου;
Μη κι εσύ δεν είσαι ομογάλακτος τ’ ουρανού αδελφός μου;
Ω, αδελφέ! Απόψε μια ευκαιρία δώσ’ μου
κι απ’ την ενεργό ζωή σου,
είτε σε ώρα χαράς είτε δάκρυ σκουπίζεις, είτε βιώνεις πόνο,
αφιέρωσε μου λίγο χρόνο,
μιας στιγμούλας περίσσευμα μόνο,
ή έστω και λίγο πριν σε ύπνο πέσεις βαθύ,
σε νανούρισμα ν’ ακούσεις μητρικό,
ό, τι πιο ωραίο βίωσα κι έμαθα τούτο το δειλινό
και μες τ’ όνειρο να το ονειρευτείς κι εσύ!
Την απόλυτη Αρμονία
στο κόσμο τον συμπαντικό
και την αγαστή συνεργασία,
όλων εκείνων που πλάστηκαν απ’ τον Δημιουργό!
5
Ω! έχεις υπομονή αδελφέ,
ν’ ακούσεις κι άλλα που θέλω να σου πω.
απ’ όλα κείνα που μιλήσαμε απόψε η Σελήνη κι εγώ;
Τί κι αν σύννεφα βαριά καλύπτουν συχνά τη γη;
Τί κι αν ο ουρανός μπουμπουνίζει και πέφτουν κεραυνοί;

Τί κι αν φαίνεται πως το φως της μέρας έχει χαθεί
και γύρω και στη ζωή μας ζοφερή νύχτα έχει απλωθεί;
Τι κι αν σκορπίζει θάνατο, πότε η φωτιά και πότε η βροχή;
Τί κι αν από καιρό σε καιρό, σείεται απ’ τη ρίζα η γη
και τρέμουν τα βουνά σε Δύση κι Ανατολή;

Η ζωή μας αδελφέ, όπως και της φύσης η ζωή.
μπορεί να ’χει τις καταιγίδες της και τους σεισμούς της.
Τις φωτιές και τις πλημμύρες, τους θυμούς της.
Έχει όμως και τους αρμονικούς παράλληλα ρυθμούς της,
μες τη συνεχή των πραγμάτων εναλλαγή.
να διατηρείται το μέτρο και η χρυσή τομή,
για να επανασυνδέει τους διαλυμένους αρμούς της.
6
Εσύ κι Εγώ, όλοι Εμείς, συνοδοιπόροι στη ζωή,
ας στηριχθούμε στην αρχέτυπη συγγένειά μας, για όλους κοινή.
Κι όσο λαξεύουμε τα σημάδια μας πάνω στους βράχους της γης,
ακόμη κι όταν σκοντάφτουμε ή σερνόμαστε καταγής,
ας μεριμνούμε κατοικία μας να μην είναι η λάσπη κι η σκόνη.
Ούτε κρεβάτι μας, η ερημιά
και σαν αγριεύουν της ζωής τα στοιχειά
απομένει η ψυχή να δέρνεται μόνη.

Ακόμη κι όταν σ’ αγκάθια το κορμί ξεσχίζεται και ματώνει,
ακόμα κι όταν μας καίει αλύπητα του ήλιου η φωτιά
κι η δίψα τα χείλη ξεραίνει και στεγνώνει,
ας στρέψουμε τα μάτια, να κοιτάξουμε ψηλά!
Ενώ ξεπεσμένοι τ’ Ουρανού θεοί, ερχόμαστε δω στη γη
και μ’ Εκείνον δεν κάναμε ακόμη ανακωχή,
αναθαρρείτε!
Τα πρόσωπα ξεσκεπάστε!
Χέρι-χέρι όλοι αδελφικά πιαστείτε
κι ό, τι βαραίνει τη σκέψη, από πάνω σας βγάλτε
κι ο ένας στον άλλον αρχίστε να χαμογελάτε!

Μου το ’πε απόψε η Σελήνη με λόγια απλά, γιομάτα σιγουριά.
Ο Ουρανός, ω! Εκείνος ποτέ δεν θα πάψει να μας χαμογελά.
Μ’ ορθάνοιχτη στέκει από πάνω μας την πατρική αγκαλιά,
δικά Του ήμαστε παιδιά, μη το λησμονάτε
και στις όποιες δοκιμασίες μας, πάντα είναι κοντά!

από την ποιητική μου συλλογή "Δρόμοι φωτός"

Δεν υπάρχουν σχόλια: